Ξενόπουλος, Στέφανος

Ξενόπουλος, Στέφανος
(Ζάκυνθος 1873 – Αθήνα 1952). Έλληνας καλλιτέχνης, καθηγητής της ιστορίας της τέχνης και της ρυθμολογίας στη Σιβιτανίδειο σχολή. Αδελφός του Γρηγόρη, ο Ξ. έκανε την εμφάνιση του στην πνευματική ζωή της Αθήνας ως γελοιογράφος σε διάφορες εφημερίδες. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι (1903 – 1908), όπου, εκτός από τη ζωγραφική, ειδικεύτηκε στις διακοσμητικές τέχνες, κυρίως όμως στα μωσαϊκά, την υαλογραφία και την κεραμική. Στη συνέχεια έμεινε στη Βενετία για μεγαλύτερη ειδίκευση στα μωσαϊκά και την ανακαίνιση αρχαίων μωσαϊκών. Όταν ξαναγύρισε στην Ελλάδα εργάστηκε στην ανακαίνιση και στερέωση των μωσαϊκών στο Δαφνί, στη Νικόπολη, στη Σπάρτη και στη Χίο. Αργότερα φιλοτέχνησε τα μωσαϊκά του παλιού βυζαντινού ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Επισκοπή Τεγέας, που ανακαινίστηκε ολοκληρωτικά, αξιόλογα όμως δείγματα της τέχνης του είναι κυρίως οι εικόνες από ψηφίδες του αγίου Διονυσίου και του αγίου Ιεροθέου στον ναό του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη στην Αθήνα. Ο Ξ. δημοσίευσε σε εφημερίδες και περιοδικά πολλά άρθρα και μελέτες σχετικά με την ιστορία της τέχνης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Επτάνησα ή Επτάνησος — Ιστορική και γεωγραφική νησιωτική περιοχή (2.307 τ. χλμ., 212.984 κάτ.) που εκτείνεται κατά μήκος των δυτικών παραλίων της Ελλάδας μέχρι τη νότια Πελοπόννησο. Περιλαμβάνει από τα Β προς τα Ν τα νησιά Κέρκυρα, Παξοί, Λευκάδα, Ιθάκη, Κεφαλονιά,… …   Dictionary of Greek

  • γελοιογραφία — Η τέχνη της παραμόρφωσης των χαρακτηριστικών ενός προτύπου με σκοπό να το σατιρίσει, να το ερμηνεύσει ή να τονίσει, υπερβάλλοντάς τα, ορισμένα ψυχολογικά στοιχεία της προσωπικότητάς του. Η γ. μπορεί ακόμα να διακωμωδήσει ή να καυτηριάσει έναν… …   Dictionary of Greek

  • μυθιστόρημα — Λογοτεχνικό είδος που προϋποθέτει μια αφήγηση γεγονότων, σε πεζό λόγο, διαρθρωμένων γύρω από μια «πλοκή» ή γύρω από ένα ή περισσότερα πρόσωπα, με ιστορικό ή φανταστικό φόντο. Ένας ακριβής ορισμός του μ. παραμένει ωστόσο μάλλον δυσχερής, γιατί με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”